16 Ιανουαρίου 1972. Στην καρδιά του χιονισμένου Θεσσαλικού κάμπου, δύο μεγάλες αμαξοστοιχίες συγκρούστηκαν κατά μέτωπο, αφήνοντας πίσω δεκάδες νεκρούς και τραυματίες.

Το «Ακρόπολις Εξπρές» είχε ξεκινήσει από τη Γερμανία λίγες ημέρες νωρίτερα. Τελικός προορισμός του ήταν ο Πειραιάς. Περί τις 4:45 το απόγευμα της 16ης Ιανουαρίου, το τρένο περνούσε από το σταθμό του Δοξαρά, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Λάρισα. Την ίδια ώρα στο ίδιο σημείο διερχόταν μία άλλη αμαξοστοιχία, η υπ’ αριθμόν 121 Αθήνα-Θεσσαλονίκη, γνωστότερη ως «πόστα».

Οι δύο μηχανοδηγοί κινούνταν στις ίδιες ράγες. Τόσο ο σταθμάρχης στο Δοξαρά, όσο και ο σταθμάρχης των Ορφανών που ήταν η επόμενη στάση, δεν έδωσαν εντολή σε κάποιον από τους συρμούς να περιμένει. Όταν τα τρένα βρέθηκαν «πρόσωπο με πρόσωπο», ανάμεσα στους δύο σταθμούς, ήταν πολύ αργά. Το σκοτάδι, η κακοκαιρία και η ταχύτητα δεν άφησαν περιθώρια αντίδρασης. Η ντιζελομηχανή του «Ακρόπολις» συνέθλιψε τα τέσσερα μπροστινά βαγόνια της «πόστας».

Εικόνες από το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα. Οι διασώστες ανασύρουν νεκρούς και τραυματίες.

Δεκάδες θύματα

Τα πρώτα θύματα της τραγικής σύγκρουσης ήταν οι μηχανοδηγοί. Ο θάνατός τους ήταν ακαριαίος και τα πτώματά τους εντοπίστηκαν μέρες αργότερα.

Από τους εκατοντάδες επιβάτες, 19 έχασαν τη ζωή τους και πάνω από εξήντα τραυματίστηκαν σοβαρά.

Στο «Ακρόπολις Εξπρές» ταξίδευαν πολλοί Έλληνες εργάτες από τη Γερμανία, ενώ στην «πόστα» επέβαιναν αρκετοί στρατιώτες του Πυροβολικού, που από τη Θήβα πήγαιναν με μετάθεση σε μονάδες της Βόρειας Ελλάδας. Μερικές δεκάδες ακόμη είχαν μόλις επιβιβαστεί στα Ορφανά για να μεταβούν στο γειτονικό Δοξαρά που απείχε μόλις 12 χιλιόμετρα.

Το βράδυ εκείνο, το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Λαρίσης, το Νοσοκομείο Καρδίτσας, καθώς και πολλές ιδιωτικές κλινικές της γύρω περιοχής γέμισαν τα κρεβάτια τους με τους βαριά τραυματίες.

Όσοι επέζησαν περιέγραψαν με δραματικό τρόπο την σφοδρή σύγκρουση των δυο τρένων.

Η αναζήτηση των ευθυνών

Η απόδοση των ευθυνών για τη σιδηροδρομική τραγωδία προηγήθηκε της επίσημης πραγματογνωμοσύνης. Όλα τα βλέμματα έπεσαν αμέσως στους σταθμάρχες των Ορφανών και του Δοξαρά. Από τις έρευνες και τις ανακρίσεις προέκυψε το αναμενόμενο. Η σύγκρουση ήταν αποτέλεσμα λάθος συνεννόησης. Το απαρχαιωμένο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο, η εγκληματική απροσεξία των υπευθύνων και τα προβλήματα των τηλεπικοινωνιών εξαιτίας της κακοκαιρίας ήταν τα κύρια αίτια που οδήγησαν στο μοιραίο.

Ο αρχικός προγραμματισμός προέβλεπε ότι η διασταύρωση των δύο τρένων θα γινόταν είτε στο σταθμό των Ορφανών, είτε στον σταθμό του Δοξαρά.

Ωστόσο, οι δύο σταθμάρχες διαφωνούσαν μεταξύ τους, καθώς ο ένας ήθελε να γίνει η διασταύρωση στον σταθμό του άλλου. Τότε ενεπλάκη ο ρυθμιστής κίνησης του ΟΣΕ από την Αθήνα. Η επικοινωνία, όμως, επιχειρήθηκε τελευταία στιγμή και χωρίς επιτυχία. Έτσι, το «Ακρόπολις» πέρασε κανονικά από τον Δοξαρά, χωρίς να σταματήσει, καθώς είχε προτεραιότητα, ενώ ταυτόχρονα και ο σταθμάρχης των Ορφανών έδωσε εντολή να ξεκινήσει η «πόστα».

Στη δίκη που ξεκίνησε το Νοέμβριο του 1972, ο ένας έριχνε τις ευθύνες στον άλλον. Παράλληλα, η πολιτική αγωγή κατηγορούσε τον ΟΣΕ στο σύνολό του. Μάρτυρες κατέθεσαν ότι οι σταθμάρχες και οι ρυθμιστές συχνά καλούνταν να καλύψουν βάρδιες 20 συνεχόμενων ωρών.

Τα πρόσωπα της τραγωδίας εξηγούν τι έφταιξε

«Όταν δουλεύουν 18 και 20 ώρες, σημαίνει ότι κοιμούνται πάνω στο τιμόνι ή στο γραφείο», υποστήριξε ο σύζυγος ενός εκ των θυμάτων ενώπιον του δικαστηρίου, αφού είχε ενημερωθεί από το σταθμάρχη Φαρσάλων για τις εργασιακές συνθήκες στον ΟΣΕ. Ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε επίσης, ότι λίγο πριν από το δυστύχημα, ο σταθμάρχης του Δοξαρά παρακολουθούσε τον ποδοσφαιρικό αγώνα Πανιώνιος-Ολυμπιακός σε κατάστημα απέναντι από τον σταθμό.

Παρόλα αυτά, οι περισσότερες ευθύνες βάραιναν τον σταθμάρχη Ορφανών. Εκείνος ήταν που έδωσε τη μοιραία εντολή να ξεκινήσει ο σταματημένος συρμός, δίχως πρώτα να επιβεβαιώσει ότι το «Εξπρές» περίμενε στο Δοξαρά. Έτσι, αν και πρωτόδικα καταδικάστηκαν και οι τρεις σε φυλάκιση από 3 έως 5 έτη χωρίς αναστολή, το Εφετείο επέβαλε ποινή φυλάκισης 5 χρόνων μόνο στο σταθμάρχη Ορφανών και αθώωσε τους άλλους δύο.

Το πολύνεκρο δυστύχημα στο Θεσσαλικό κάμπο δεν ήταν το πρώτο που γινόταν στα χρόνια της Χούντας. Είχε προηγηθεί η σιδηροδρομική τραγωδία στο Δερβένι το Σεπτέμβριο του 1968, όπου 34 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους. Αυτή τη φορά, το καθεστώς των συνταγματαρχών κλήθηκε να λάβει μέτρα. Ο Παττακός ανακοίνωσε ότι τα τρένα πλέον θα ήταν εξοπλισμένα με ραδιόφωνα και το δίκτυο επικοινωνιών του ΟΣΕ θα αναβαθμιζόταν.

mixanitouxronou.gr

Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πήγη, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.

Σχόλια

σχόλια

Loading...
loading...